Όταν ήμουν μικρό παιδί με τρόμαζαν οι ιστορίες με κακούς και μπαμπούλες. Τώρα πια δεν με ενοχλούν διόλου αυτές οι τρομακτικές αφηγήσεις αλλά με θορυβούν τα μικρά και μεγάλα κακά που κάνουν οι άνθρωποι εναντίον του εαυτού τους, των άλλων και του περιβάλλοντος -φυσικό και κοινωνικό.
Τι μπορούμε, όμως, να ορίσουμε ως κακό; Ως κακό-και χρησιμοποιώ συμβολικά τη συγκεκριμένη λέξη- ορίζω "μια σκέψη, δράση ή συναίσθημα που μπλοκάρει την πλήρη λειτουργία του ανθρώπου και παρεμποδίζει την ολιστική του ανάπτυξη (σωματική, ψυχική, πνευματική, κοινωνική). Με άλλα λόγια, κάθε μορφή κακού-όπως η ζήλια, ο θυμός, το μίσος και η μισαλλοδοξία, ο ρατσισμός, η κοροϊδία, το ξύλο, ο φόνος- αναφέρεται στην ύστερη προσπαθεια του ατόμου να προσαρμοστεί σε αυτά που συμβαίνουν γύρω του αλλά με έναν τρόπο περισσότερο καθηλωτικό και σίγουρα τραυματικό. Ένας άνθρωπος ή μια ομάδα ανθρώπων γίνεται φορέας όλων αυτών που εμείς εξοστρακίζουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας, δηλαδή των κακών, χωρίς βέβαια να αναγνωρίζουμε και τη δική μας συμβολή. Ως αποτέλεσμα της συμβίωσης και της αλληλεπιδρασης. Τα πράγματα επομένως δεν μπορεί να είναι μονόδρομα, εξίσου και η φύση του κακού.
Δεν μιλώ, φυσικά, για την αέναη μάχη του καλού ή του κακού,
αφού πολλές φορές στο όνομα του καλού γίνονται και φρικτά πράγματα, όπως στο όνομα της αγάπης και του έρωτα ή της οικογενειακής αρμονίας.
Το ερώτημα είναι αν υπάρχει εν γένει η γνώση και η φωνή του κακού- ως καθολικό χαρακτηριστικό των ανθρώπων- ή αν ορίζεται ως μια κοινωνική επιλογή, αν και εφόσον οι συνθήκες μας αφήνουν περιθώρια για βούληση. Υπάγεται το κακό σε μια βάση ξεκάθαρα προσωπική ή έχει κοινωνικές διακλαδώσεις;
Αν θεωρήσουμε ότι η δυνατότητα του κακού αποτελεί γενετικό μας κληροδότημα, (όπως αν θα έχουμε καστανά μάτια), τότε αποδεχόμαστε αυτήν την μορφή μέσα μας αλλά προσπαθούμε να την μετουσιώσουμε σε κάτι καλό, χρήσιμο ή όμορφο. Να την επικοινωνήσουμε με κάθε μορφή (καλλιτεχνική, χειρωνακτική, αθλητική) και να εστιάσουμε στην δόμηση θετικών βιωμάτων.Να χρωματίσουμε την δυνατότητα του κακού με σκέψεις και ενέργειες που θα προάγουν την εξέλιξη μας. Είναι πάντα τόσο απλό και εύκολο; Είναι σίγουρο οτι ένας άνθρωπος που έχει βιώσει μόνο θετικές εμπειρίες ή που τις μετατρέπει σε στοιχεία που σέβονται την ίδια την ύπαρξη, θα πράξει το καλό; Η απάντηση είναι οχι και στα δυο προηγούμενα ερωτήματα. Γιατί, πρώτον ο άνθρωπος δεν δρα πάντα με την λογική και την εκλογίκευση και τον απόλυτο διαχωρισμό των πραγμάτων (τι είναι άσχημο, όμορφο, ηθικό, νόμιμο) και δεύτερον πολλοί άνθρωποι που έζησαν μέσα σε σχέσεις θετικής ανατροφοδότησης δεν αναπαρήγαγαν απαραίτητα το ίδιο μοτίβο. Χρησιμοποιώντας μόνο την θετική σημασιοδότητηση ως εργαλείο στην μη επιλογή του κακού, είναι μια πλάνη που δεν φτάνει γιατί καλύπτει μόνο το κομμάτι των ενόχων μας, μια προσωπική διάσταση.
Είναι το κακό μια κοινωνική επιλογή; Δηλαδή κάτι που το πλαίσιο δημιουργεί και εμείς έχουμε την ελευθερία να επιλέξουμε ή οχι το κακό; Θα υποστήριζα οτι είναι μια κοινωνική επιλογή- όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν- και χωρίς να αίρεται η προσωπική ευθύνη του καθενός μας. Οταν το άτομο αναπτύσσεται ελεύθερα και αυτόνομα είναι ικανό να διαμορφώσει σχέσεις κοινωνικών επιλογών (π.χ. όταν συνδιαλέγεται, έχει την βούληση είτε να φωνάξει ή να μιλήσει ήρεμα, όταν ενοχλείται να βρίσει ή να το συζητήσει). Όταν το άτομο γνωρίζει τι γνωρίζει και από που προήλθε αυτή η γνώση (π.χ. οικογένεια, σχολείο, φίλοι..), τότε, ναι, το κακό είναι μια κοινωνική επιλογή.
Ενα από τα χαρακτηριστικά του κακού είναι η δυνατότητα του να αναπαράγει τον εαυτό του, δηλαδή εκκολάπτεται και ευημερεί όταν οι περιστάσεις το επιτρέπουν και τότε η αλλαγή απαιτεί διπλάσια προσπάθεια από τους εμπλεκόμενους. Ας πάρουμε για παράδειγμα τα παιδιά-στρατιώτες που εξαναγκάζονται να πιάσουν όπλο και να σκοτώσουν άλλους ανθρώπους. Τα παιδιά αυτά γνωρίζουν την έννοια της ειρήνης και τον σεβασμό της ανθρώπινης ζωής αλλά οι συνθήκες, τους αφήνουν παρά μόνο ελάχιστα περιθώρια στο να επιλέξουν μια εναλλακτική στάση. Αυτά τα παιδιά δεν είναι μόνο θύματα αλλά και δουλικοί διεκπαιρεωτές που δεν αναπτύσσονται αυτόνομα και ελεύθερα, προκειμένου να αναπτύξουν το αίσθημα της προσωπικής ευθύνης και της κοινωνικής επιλογής. Αν η βούληση των παιδιών αυτών έχει φτάσει σε ένα επίπεδο ικανό να δημιουργήσει διαφορετικές εικόνες πέραν του κακού, είναι πολύ πιθανόν οι συνθήκες ζωής τους να μην επιτρέψουν την άνθιση του μη κακού.
Επομένως είτε κουβαλάμε την δυνατότητα του κακού, είτε την μαθαίνουμε ως επιλογή, μας καθιστούν και οι δυο περιπτώσεις δράστες της απόφασης. Με την έννοια οτι έχοντας την γνώση (αν είναι κάτι που φέρω ή έχω μάθει το κακό), μπορώ να διαμορφώσω σχέσεις όπου μπορώ να επικοινωνήσω και να μετατρέψω το κακό σε κάτι άλλο και να μεταβιβάσω αυτήν την επιλογή στους υπόλοιπους. Σε μια ανθρώπινη αλυσίδα - όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν - μπορούν τα μέλη της να διαμορφώσουν από κοινού τις επιλογές τους.
Τι μπορούμε, όμως, να ορίσουμε ως κακό; Ως κακό-και χρησιμοποιώ συμβολικά τη συγκεκριμένη λέξη- ορίζω "μια σκέψη, δράση ή συναίσθημα που μπλοκάρει την πλήρη λειτουργία του ανθρώπου και παρεμποδίζει την ολιστική του ανάπτυξη (σωματική, ψυχική, πνευματική, κοινωνική). Με άλλα λόγια, κάθε μορφή κακού-όπως η ζήλια, ο θυμός, το μίσος και η μισαλλοδοξία, ο ρατσισμός, η κοροϊδία, το ξύλο, ο φόνος- αναφέρεται στην ύστερη προσπαθεια του ατόμου να προσαρμοστεί σε αυτά που συμβαίνουν γύρω του αλλά με έναν τρόπο περισσότερο καθηλωτικό και σίγουρα τραυματικό. Ένας άνθρωπος ή μια ομάδα ανθρώπων γίνεται φορέας όλων αυτών που εμείς εξοστρακίζουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας, δηλαδή των κακών, χωρίς βέβαια να αναγνωρίζουμε και τη δική μας συμβολή. Ως αποτέλεσμα της συμβίωσης και της αλληλεπιδρασης. Τα πράγματα επομένως δεν μπορεί να είναι μονόδρομα, εξίσου και η φύση του κακού.
Δεν μιλώ, φυσικά, για την αέναη μάχη του καλού ή του κακού,
αφού πολλές φορές στο όνομα του καλού γίνονται και φρικτά πράγματα, όπως στο όνομα της αγάπης και του έρωτα ή της οικογενειακής αρμονίας.
Το ερώτημα είναι αν υπάρχει εν γένει η γνώση και η φωνή του κακού- ως καθολικό χαρακτηριστικό των ανθρώπων- ή αν ορίζεται ως μια κοινωνική επιλογή, αν και εφόσον οι συνθήκες μας αφήνουν περιθώρια για βούληση. Υπάγεται το κακό σε μια βάση ξεκάθαρα προσωπική ή έχει κοινωνικές διακλαδώσεις;
Αν θεωρήσουμε ότι η δυνατότητα του κακού αποτελεί γενετικό μας κληροδότημα, (όπως αν θα έχουμε καστανά μάτια), τότε αποδεχόμαστε αυτήν την μορφή μέσα μας αλλά προσπαθούμε να την μετουσιώσουμε σε κάτι καλό, χρήσιμο ή όμορφο. Να την επικοινωνήσουμε με κάθε μορφή (καλλιτεχνική, χειρωνακτική, αθλητική) και να εστιάσουμε στην δόμηση θετικών βιωμάτων.Να χρωματίσουμε την δυνατότητα του κακού με σκέψεις και ενέργειες που θα προάγουν την εξέλιξη μας. Είναι πάντα τόσο απλό και εύκολο; Είναι σίγουρο οτι ένας άνθρωπος που έχει βιώσει μόνο θετικές εμπειρίες ή που τις μετατρέπει σε στοιχεία που σέβονται την ίδια την ύπαρξη, θα πράξει το καλό; Η απάντηση είναι οχι και στα δυο προηγούμενα ερωτήματα. Γιατί, πρώτον ο άνθρωπος δεν δρα πάντα με την λογική και την εκλογίκευση και τον απόλυτο διαχωρισμό των πραγμάτων (τι είναι άσχημο, όμορφο, ηθικό, νόμιμο) και δεύτερον πολλοί άνθρωποι που έζησαν μέσα σε σχέσεις θετικής ανατροφοδότησης δεν αναπαρήγαγαν απαραίτητα το ίδιο μοτίβο. Χρησιμοποιώντας μόνο την θετική σημασιοδότητηση ως εργαλείο στην μη επιλογή του κακού, είναι μια πλάνη που δεν φτάνει γιατί καλύπτει μόνο το κομμάτι των ενόχων μας, μια προσωπική διάσταση.
Είναι το κακό μια κοινωνική επιλογή; Δηλαδή κάτι που το πλαίσιο δημιουργεί και εμείς έχουμε την ελευθερία να επιλέξουμε ή οχι το κακό; Θα υποστήριζα οτι είναι μια κοινωνική επιλογή- όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν- και χωρίς να αίρεται η προσωπική ευθύνη του καθενός μας. Οταν το άτομο αναπτύσσεται ελεύθερα και αυτόνομα είναι ικανό να διαμορφώσει σχέσεις κοινωνικών επιλογών (π.χ. όταν συνδιαλέγεται, έχει την βούληση είτε να φωνάξει ή να μιλήσει ήρεμα, όταν ενοχλείται να βρίσει ή να το συζητήσει). Όταν το άτομο γνωρίζει τι γνωρίζει και από που προήλθε αυτή η γνώση (π.χ. οικογένεια, σχολείο, φίλοι..), τότε, ναι, το κακό είναι μια κοινωνική επιλογή.
Ενα από τα χαρακτηριστικά του κακού είναι η δυνατότητα του να αναπαράγει τον εαυτό του, δηλαδή εκκολάπτεται και ευημερεί όταν οι περιστάσεις το επιτρέπουν και τότε η αλλαγή απαιτεί διπλάσια προσπάθεια από τους εμπλεκόμενους. Ας πάρουμε για παράδειγμα τα παιδιά-στρατιώτες που εξαναγκάζονται να πιάσουν όπλο και να σκοτώσουν άλλους ανθρώπους. Τα παιδιά αυτά γνωρίζουν την έννοια της ειρήνης και τον σεβασμό της ανθρώπινης ζωής αλλά οι συνθήκες, τους αφήνουν παρά μόνο ελάχιστα περιθώρια στο να επιλέξουν μια εναλλακτική στάση. Αυτά τα παιδιά δεν είναι μόνο θύματα αλλά και δουλικοί διεκπαιρεωτές που δεν αναπτύσσονται αυτόνομα και ελεύθερα, προκειμένου να αναπτύξουν το αίσθημα της προσωπικής ευθύνης και της κοινωνικής επιλογής. Αν η βούληση των παιδιών αυτών έχει φτάσει σε ένα επίπεδο ικανό να δημιουργήσει διαφορετικές εικόνες πέραν του κακού, είναι πολύ πιθανόν οι συνθήκες ζωής τους να μην επιτρέψουν την άνθιση του μη κακού.
Επομένως είτε κουβαλάμε την δυνατότητα του κακού, είτε την μαθαίνουμε ως επιλογή, μας καθιστούν και οι δυο περιπτώσεις δράστες της απόφασης. Με την έννοια οτι έχοντας την γνώση (αν είναι κάτι που φέρω ή έχω μάθει το κακό), μπορώ να διαμορφώσω σχέσεις όπου μπορώ να επικοινωνήσω και να μετατρέψω το κακό σε κάτι άλλο και να μεταβιβάσω αυτήν την επιλογή στους υπόλοιπους. Σε μια ανθρώπινη αλυσίδα - όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν - μπορούν τα μέλη της να διαμορφώσουν από κοινού τις επιλογές τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου